Θεραπεία
Η θεραπεία του διαβητικού έλκους περιλαμβάνει:
- Εκτίμηση της συνολικής κατάστασης του ασθενούς
- Βέλτιστη μεταβολική ρύθμιση του ασθενούς καθώς και ρύθμιση της νεφρικής και καρδιακής λειτουργίας
- Ενδελεχή κλινικοεργαστηριακό έλεγχο για την ύπαρξη διαβητικής νευροπάθειας και αρτηριοπάθειας
- Κλινικοεργαστηριακό έλεγχο για τον εντοπισμό και την εκτίμηση της βαρύτητας της λοίμωξης (λήψη καλλιεργειών από το έλκος, έλεγχος για συνύπαρξη οστεομυελίτιδας)
- Ενδελεχή χειρουργικό καθαρισμό του τραύματος και αφαίρεση των νεκρωμένων ιστών
- Τοπική περιποίηση του τραύματος
- Χορήγηση αντιβιοτικών, όταν αυτό απαιτείται
- Αποφόρτιση του πάσχοντος μέλους με χρήση ειδικών υποδημάτων ή ναρθήκων, ακόμη και με κλινοστατισμό του ασθενούς
- Εξειδικευμένη νοσηλεία του ασθενούς σε περιπτώσεις γάγγραινας ή σε απειλητική για τη ζωή λοίμωξη
- Διενέργεια επεμβάσεων επαναιμάτωσης (διαδερμική αγγειοπλαστική ή χειρουργική παράκαμψη) όπου αυτό είναι αναγκαίο και εφικτό
- Ακρωτηριασμό, μείζονα ή ελάσσονα, σε περιπτώσεις μη ελεγχόμενης λοίμωξης ή βαριάς, μη επιδεχόμενης παρέμβασης ισχαιμίας.
Παρά τις προόδους στη θεραπευτική αντιμετώπιση του διαβητικού έλκους ένας σημαντικός αριθμός ασθενών οδηγείται τελικά σε ακρωτηριασμό. Η ύπαρξη περιφερικής αρτηριοπάθειας, η επέκταση της λοίμωξης σε εν τω βάθει ιστούς, η μεγάλη ηλικία του ασθενούς, το ιστορικό προηγηθέντος ακρωτηριασμού στο πάσχον ή στο αντίπλευρο σκέλος και η συνύπαρξη νεφρικής ή καρδιακής ανεπάρκειας αποτελούν δυσμενείς προγνωστικούς παράγοντες για την έκβαση του διαβητικού έλκους. Ο ακρωτηριασμός, ειδικά ο μείζων άνωθεν του γόνατος, αυξάνει σημαντικά τη θνητότητα των διαβητικών ασθενών, επιδεινώνει την ποιότητα ζωής τους και επιφέρει σημαντικό κοινωνικοοικονομικό κόστος.